Από τον Σπύρο Τσιώτση
Ελλάς η χώρα των ηρώων και των ξεφτιλισμένων ανίκανων. Ενδιάμεσο δεν υπάρχει. Φυσικά πάντα εμείς που κάνουμε την κριτική τα στραβά μας δεν τα βλέπουμε, ενώ κατακεραυνώνουμε τους άλλους για πράγματα που ίσως να μην φταίνε αποκλειστικά και μόνο αυτοί. Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο Θανάσης Σκουρτόπουλος, ο ομοσπονδιακός τεχνικός, ο οποίος ακούει τα εξ αμάξης τις τελευταίες μέρες, για τα αποτελέσματα της Εθνικής και όχι τελείως άδικα. Θα μου πεις αφού καλά κάνει και τα ακούει γιατί πετάγεσαι ως υπερασπιτής, μιας και συμφωνείς; Διότι πολύ απλά, όταν φωνάζεις πολύ, χάνεις το δίκιο σου. Έτσι έχουν βρει την ευκαιρία διάφοροι υποστηρικτές του κύριου υπεύθυνου της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει το ελληνικό μπάσκετ (έμμισθοι ή όχι δεν είμαι η εφορία για να ξέρω) να πιπιλάνε την ατάκα περί προπονητών της κερκίδας και να κρύβουν τα προβλήματα της ομοσπονδίας κάτω από το χαλί, πετώντας την μπάλα στην κερκίδα.
Ο υπεύθυνος είναι η ΕΟΚ, που μετά τη φαρσοκωμωδία που έστησε στο ελληνικό πρωτάθλημα με τον ορισμό των διαιτητών, αποφάσισε να συνεχίσει το βιολί της και με την Εθνική και ουσιαστικά να γκρεμίσει όσα είχαν χτιστεί στα παράθυρα του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος. Εκεί που ο κόσμος επανασυνδέθηκε με την Εθνική Ελλάδος, είδε αρκετά παιχνίδια στην επαρχία και αρκετοί παίκτες κλήθηκαν και βοήθησαν αν και ήξεραν ότι είχαν λίγες πιθανότητες να αγωνιστούν στο παγκόσμιο. Ο μάνατζερ ουσιαστικά, της Εθνικής σε όλη αυτή την προσπάθεια ήταν ο σημερινός προπονητής.
Ας μην τρελαθούμε, το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν ξέρει μπάσκετ ο προπονητής της Εθνικής, ή ότι είναι άσχετος με το αντικείμενο. Κάθε άλλο, θα έπρεπε να συμμετέχει ενεργά στην προσπάθεια ως επικεφαλής (general manager όπως λένε στο χωριό μου) της ομάδας, ή αν ήθελε και ως μέλος του τεχνικού επιτελείου. Δεν έχει φτιάξει τόσο άσχημα αυτή την ομάδα (αν και εγείρονται αμφιβολίες σχετικά με το αν έπρεπε να πάρει πιο πολλούς σουτέρ, αλλά αυτά τα ερωτήμτα και διλήμματα πάντα υπάρχουν) και υπάρχει ένα αρκετό καλό κλίμα από ότι φαίνεται. Θα έλεγε κανείς ότι το κουμάντο ποου έκανε, θυμίζει λίγο Ρεχάγκελ στο πως μάζεψε κάτι που κακά τα ψέματα (η Εθνική) είχε ξηλωθεί τα τελευταία χρόνια.
Δυστυχώς όμως αυτό στο μπάσκετ δεν αρκεί. Στην μπάλα αν κοιμηθείς στον πάγκο, μπορεί και να την γλιτώσεις. Στο μπάσκετ, εν ριπή οφθαλμού μπορεί να χάσεις το ματς. Στο παιχνίδι με τη Βραζιλία φάνηκαν όλες οι αδυναμίες που έχει ο κόουτς Σ, να αλλάξει πράγματα στη ροή του παιχνιδιού. Θα αναφερθώ κυρίως σε αυτό το παιχνίδι γιατί είναι ενδεικτικό όλων των προβλημάτων που παρουσιάζει η Εθνική. Βασικά, ο προπονητής δοκίμασε πολύ λίγα πράγματα για να αλλάξει το ματς, έχασε από μια 3αδα σαραντάρηδων και ενός μέτριου αλλά πιο έμπειρου προπονητή. Δεν πίεσε στο κατέβασμα (τον Μάντζαρη γιατί τον πήρε;), δεν σημάδεψε τον Βαρεχάο που μας έβαλε κοντά 30 πόντους, δεν έδωσε το πράσινο φως στο Γιάννη να πάρει πιο πολλές προσπάθειες (έβαλε 15 πόντους με 10 από βολές) και το γεγονός ότι παραλίγο να πάει στην παράταση, δείχνει ότι προσπαθήσαμε να χάσουμε το ματς. Και τα καταφέραμε.
Στα επόμενα ματς, με Νέα Ζηλανδία έφαγε 100 σχεδόν από περιφερειακούς παίκτες (τον Μάντζαρη γιατί τον πήρε στην ομάδα;) και με τις ΗΠΑ οι παίκτες τα έσπασαν όλα γιατί δεν έχει τρία γκαρντ λέει (Ο Μάντζαρης που μπήκε στο 33 και κόλλησε τρίποντο τι είναι;) στην ομάδα. Να μας εξηγήσει ποιος την έφτιαξε την ομάδα όχι φέτος αλλά τα τελευταία χρόνια.
Έχει αρχίσει και αυτός βέβαια να εκνευρίζεται με τις ατάκες περί ταβερνιάρηδων αλλά όταν δεν παίρνεις σουτέρ στην ομάδα, να ανοίξουν χώρους στο το παιχνίδι για τον Αντετοκούνμπο, ή δεν τους χρησιμοποιείς όπως θα έπρεπε, δεν σου φταίνε αυτοί που σε κράζουν, ή αυτόι που δεν βάζουν τα σουτ, αλλά αυτοί που σε βάλανε σε μια θέση που δύσκολα μπορεί να ανταπεξέλθουν και πιο μεγάλοι προπονητές. Τώρα νομίζω ότι είναι αργά, γιατί διαχείριση παιχνιδιού με την ιδιαιτερότητα αυτού της Τσεχίας, είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Θεωρώ ότι θα κερδίσουμε αλλά θα αποκλειστούμε. Ελπίζω να διαψευστώ λόγω του μεγαλύτερου άγχους που θα έχουν οι Τσέχοι από εμάς. Θεωρητικά...