Από τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο
Γνώρισα τον Νίκο Αλέφαντο πριν από αρκετά χρόνια. Αρκούσε ένα γεια από μέρους μου για να πιάσουμε την κουβέντα. Από την πρώτη στιγμή, μου έκανε εντύπωση η απλότητα του. Ο κυρ Νικόλας δεν είχε καθόλου τουπέ και σε έκανε να νιώθεις οικεία. Τα σπίτια μας απείχαν 30 μέτρα το ένα από το άλλο και συναντιόμασταν πολύ συχνά.
Ήξερα ότι κάθε πρωί στις 9.30 θα έκανε στο δρόμο την πρωινή γυμναστική του. Υπήρξαν κάποιες φορές που κάναμε μαζί αυτή τη διαδρομή. Απολάμβανα να ακούω τις ιστορίες του. Ειδικά αυτές που περιλάμβαναν τα κροσέ του από την εποχή που έκανε πυγμαχία και φυσικά όλες αυτές τις στιγμές που τον κατέστησαν μοναδικό στις ποδοσφαιρικές συνειδήσεις.
Ο κυρ Νικόλας έπαιζε πολύ στοίχημα. Μη φανταστείτε ότι ήταν κανας τζογαδόρος. Κάτι τρίαευρα απλά να περνάει η ώρα. Μια φορά μου είχε πει να του παίξω μια τριάδα. Η τριάδα χάθηκε, αλλά ο Αλέφαντος δε χάθηκε. Με πήρε τηλέφωνο την επόμενη μέρα να μου δώσει τα χρήματα. Που είσαι ρε Αλέξανδρε, σου είχα πει να περάσεις το επόμενο πρωί να σου δώσω τα λεφτά. Ήταν κύριος με τα όλα του.
Το προηγούμενο καλοκαίρι είχε ξεχάσει ανοιχτά τα φώτα του αυτοκίνητου. Τον πήρα τηλέφωνο να κατέβει. Ήταν τυχερός που άναβε ακόμα η μπαταρία. Του συνέστησα να βάλει το αμάξι μπροστά για ένα τεταρτάκι για παν ενδεχόμενο. Μπήκαμε μέσα και σίγουρα κάτσαμε πολύ περισσότερο από ένα τεταρτάκι. Συζητήσαμε από τον καημό του τον Δούρο, μέχρι για το πόσο σημαντική είναι στη ζωή η μάνα. Ήταν ένας άνθρωπος που είχε πολλά να πει.
Σήμερα το μεσημέρι, είδα έξω από την πολυκατοικία που έμενε, ένα μακρύ μαύρο όχημα. Πήγε το μυαλό μου στο κακό, αλλά μετά λέω ''όχι ρε αποκλείεται, ο κυρ Νικόλας σφύζει από υγεία. Κάνει χιλιόμετρα, οδηγεί, ψωνίζει...'' Παίρνω το αυτοκίνητο και σταματάω πίσω από το σταματημένο όχημα. Αρκούσαν λίγα λεπτά για να μάθω το θλιβερό νέο. Το ότι τα sites το έμαθαν πριν από μένα, ειλικρινά με ξεπερνά.
Ο Νίκος Αλέφαντος ήταν μια ξεχωριστή παρουσία, εκκεντρικός μεν, αλλά καλόκαρδος άνθρωπος με αξίες. Σίγουρα δε θα λείψει μόνο από το ποδόσφαιρο. Όσοι τον ήξεραν, μπορούν να με καταλάβουν. Θα μου λείψει πολύ ο χαιρετισμός του. ‘’γεια σου ρε μεγάλε Αλέξανδρε’’ έλεγε κάθε φορά που με έβλεπε. Δυστυχώς ήρθε η δική μου ώρα να πω ''γεια σου ρε μεγάλε Αλέφαντε. Ήσουν όντως παλικάρι, γείτονα.