Από το Τάσο Δεπέργολα
Όταν του είπε ο κολλητός του να πάνε σ΄εκείνο το μπαρ, δυσανασχέτησε. Θεωρούσε αποθαρρυντικό ότι η παρέα που θα συναντούσαν περιλάμβανε 4 άνδρες και 3 μόνο γυναίκες. Ο φίλος του όμως κατάφερε να τον πείσει και έτσι ξεκίνησαν για το μαγαζί.
Το κλίμα που συνάντησαν ήταν αρκετά φιλικό, αφού και οι τρεις γυναίκες της παρέας, άφησαν τους άλλους άνδρες και ασχολιόνταν μόνο μ΄αυτούς. Ο Στάθης κατάλαβε γρήγορα το ενδιαφέρον μιας εκ των τριών γυναικών. Ήταν ξανθιά με μπλε μάτια και μεγάλο στήθος. Το μάτι του Στάθη έπεσε γρήγορα στον πλούσιο ψυχικό κόσμο της κοπέλας.  Αρχικά όμως έπρεπε να συνεχίσουν το πιάσιμο της κουβέντας, προτού γίνει οτιδήποτε άλλο.
Λίγο πριν φύγουν από το μαγαζί, ο Στάθης ζήτησε από την κοπέλα να ανταλλάξουν τηλέφωνα. Εκείνη χαμογέλασε με νόημα και του έδωσε το νούμερο της.
Ο Στάθης άφησε να περάσουν τρεις μέρες και μετά την πήρε τηλέφωνο για να συναντηθούν. Οτόνος στη φωνή της κοπέλας ήταν ο ίδιος που άκουγε και στο μαγαζί. Φαινόταν να μην είχε αλλάξει τίποτα. Ήταν θέμα χρόνου να τη ρίξει στο κρεβάτι του.
Τη συνάντησε έξω από ένα γνωστό πολυκατάστημα και πήραν τον δρόμο για την παραλία. Ήταν πολύ πιο όμορφη από την πρώτη φορά, ντύμενη μ΄ένα λευκό φόρεμα που αναδείκνυε τα σφιχτά μπούτια της. Κατάλαβε όμως γρήγορα ότι με την κοπέλα δεν είχαν να πουν και πολλά. Τον ξενέρωνε ιδιαίτερα όταν αναγκαζόταν να πει 3 φορές το ίδιο πράγμα, μέχρι να γίνει κατανοητό από την άλλη πλευρά. Έστω για μια φορά όμως ήθελε να δοκιμάσει μαζί της. Λίγο μετά το δεύτερο ποτό έκανε κίνηση να τη φιλήσει και εκείνη δεν προέβαλλε καμιά αντίσταση. Σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής από το μαγαζί μέχρι το σπίτι της στα Πετράλωνα, δεν είπαν πολλά. Ο Στάθης δεν ήθελε να φάνει βιαστικός και δεν πρότεινε να συνεχιστεί η βραδιά. Το μόνο που πρότεινε ήταν την δει και την επόμενη μέρα. Εκείνη δέχτηκε φυσικά μετά χαράς, αφού πέρα από το ότι ήταν άεργη, είχε και χαλασμένο υπολογιστή και δεν είχε τη δυνατότητα να χαζολογήσει στο instagram.
Την επόμενη μέρα πήγε να την πάρει από το σπίτι της και μετά από μισή ώρα είχαν φτάσει στον χώρο του. Δε χρειάστηκε ούτε 10 λεπτά για να φτάσουν στο κρεβάτι.
Την είδε άλλες 2 φορές, αλλά είχε αρχίσει ήδη να τη βαριέται θανάσιμα. Οι κουβέντες της περιορίζονταν στα τούρκικα σίριαλ και στο αστείρευτο ταλέντο που είχε στη μαγειρική. Δεν πήγαινε άλλο. Έπρεπε να τελειώσει εδώ και τώρα η ιστορία.
Την πήρε τηλέφωνο την επομένη της τελευταίας τους συνάντησης. Είχε σκοπό να της πει να βρεθούν για να το τελειώσει, αλλά η ψυχρότητα που ένιωσε στη φωνή της, τον σταμάτησε. Σκέφτηκε μήπως της συνέβαινε κάτι, οπότε ίσως να μην ήταν η κατάλληλη μέρα για να τη στεναχωρήσει περισσότερο. Λίγο αργότερα άκουσε τον ήχο του μηνύματος στο κινητό του. Ήταν εκείνη…
Ξέρω ότι σ΄απογοητεύω, αλλά δεν μπορώ να συνεχίσω άλλο. Δε νιώθω όπως στη αρχή, ήταν τα λόγια που είδε γραμμένα στο κινητό του.
Ο Στάθης νευρίασε. Σκέφτηκε ότι η τύπισσα έχει πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της. Σιγά μην έκλαιγε κιόλας γι΄αυτήν. Εκείνη την ώρα θυμήθηκε πόση χαρά του είχε δώσει το καινούριο αυτοκίνητο του.
-Δεν υπάρχει πρόβλημα. Σ΄ευχαριστώ που με βοήθησες να στρώσω το αμάξι μου, ήταν η απάντηση του.
Ηθικό δίδαγμα: Στις δέκα μέρες ''σχέσης'' χωρίζεις δίχως εξηγήσεις. Οτιδήποτε άλλο είναι περιττό.