Από τον Τάσο Δεπέργολα
Από τη μέρα που την είδε για πρώτη φορά στη δουλειά, το μυαλό του ήταν μόνο σε αυτήν. Ήταν 24 χρόνων, μελαχρινή με πλούσιο μπούστο και καλλίγραμμα πόδια που πάντα αναδεικνύονταν με τις ψηλοτάκουνες γόβες της. Ο φίλος μου στα 36 του, ξερογλειφόταν κάθε φορά που τη συναντούσε. Της την έπεφτε διαρκώς χωρίς καμιά διακριτικότητα κι εκείνη έδειχνε να το απολαμβάνει. Η ατάκα ‘’μωρό μου , πότε θα πάμε σε ξενοδοχείο’’ είχε ακουστεί πιο πολλές φορές και από το ‘’Λίλα, μοναδική μου αγάπη’’. Εκείνη το έπαιρνε πάντα στην πλάκα.
Ο Στάθης δεν το έβαζε κάτω. Παρά το γεγονός ότι η Άννα αντιστεκόταν στην πολιορκία του, εκείνος έδειχνε να μην πτοείται. Η δικαίωση του άργησε αλλά ήρθε. Ένα απόγευμα που είχαν φύγει όλοι από το γραφείο, είχαν μείνει οι δυο τους. Το γεγονός ότι είχε σουρουπώσει ήταν σίγουρα στα υπέρ του φίλου μου. Σε ανύποπτη φάση κι ενώ εκείνη έγραφε στον υπολογιστή, την έπιασε από τους ώμους κι άρχισε να τη φιλάει στον λαιμό. Εκείνη είχε ανατριχιάσει ολόκληρη. Γύρισε το κεφάλι της κι άρχισε να τον φιλάει με πάθος. Το μπαλαμούτι κράτησε για περίπου μισή ώρα. Είχε πάει 8.30 το βράδυ και έπρεπε κάποια στιγμή να γυρίσουν στα σπίτια του. Ο φίλος μου δεν έκλεισε μάτι όλο το βράδυ, σκεπτόμενος την επόμενη φορά.
Την επόμενη μέρα στη δουλειά, φρόντισαν πάλι να το σουρουπώσουν μαζί. Ο φίλος μου αρχισε να ρίχνει και πάλι την ιδέα του ξενοδοχείου. Αυτή την φορά, η κοπέλα απάντησε στην πρόταση του .
-Ξέρεις κάτι. Μου αρέσεις πολύ, θέλω πολύ να κάνω ερώτα μαζί σου, αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα, του ψιθύρισε στο αυτί η κοπέλα.
-Τι πρόβλημα, ρώτησε ο φίλος μου.
-Δεν έχω κάνει ποτέ έρωτα με κανέναν. Θέλω η πρώτη μου φορά να είναι με έναν άνδρα που να έχω εμπιστοσύνη και να έχει μάτια μόνο για μένα.
-Εγώ μωρό μου έχω μάτια μόνο για σένα.
-Και για τη γυναίκα σου, συμπλήρωσε η όμορφη κοπέλα.
Την επόμενη μέρα η ατμόσφαιρα ήταν λίγο παγωμένη. Ο φίλος θα περίμενε και πάλι να σουρουπώσει με σκοπό και πάλι να τη ξεμοναχιάσει. Ατύχησε όμως καθώς η κοπέλα έφυγε από το γραφείο της, νωρίτερα από τη συνηθισμένη ώρα. Την πήρε τηλέφωνο και της είπε να τον περιμένει στο γωνιακό καφέ. Ο φίλος μου έφυγε αλαφιασμένος για να συναντήσει. Έριξε και πάλι την ιδέα του ξενοδοχείου, αλλά αυτή τη φορά δεν είχε ούτε μπαλαμούτι.
Είχε περάσει ένας μήνας που δεν είχε ακουμπήσει ούτε τα χείλη ούτε το σφιχτό στήθος της Άννας. Κάποια στιγμή που έμειναν μόνοι τη ρώτησε τον λόγο που απομακρύνθηκε.
-Δεν απομακρύνθηκα, απλά είμαι με ένα παιδί, με το οποίο είμαι πολύ ερωτευμένη.
-Κι εγώ; ρώτησε απορημένος ο φίλος μου.
-Εσύ, την ευκαιρία σου την είχες.
Ηθικό δίδαγμα: Τελικά η ευκαιρία είναι μια πολύ αόριστη και παρεξηγημένη έννοια