Από τον Σπύρο Τσιώτση
Δύσκολοι καιροί για την ελληνική τηλεόραση. Σε μια προσπάθεια να συμπιέσουν το κόστος, όλο και περισσότερα κανάλια στρέφονται στη λύση των ριάλιτι παιχνιδιών. Κάθε είδους και επινόησης, και καλά τηλεπαιχνίδια, διαγωνισμοί, παιχνίδια επιβίωσης και ότι άλλο σκαρφίζονται οι διάφοροι παραγωγοί για να φέρουν τηλεθέαση και διαφημίσεις άρα έσοδα. Όσο πιο ακραίο το σενάριο, τόσο μεγαλύτερη η τηλεθέαση από τα τυχόν ευτράπελα που θα επακολουθήσουν.
Τελευταία το ενδιαφέρον του κοινού έχει μετατοπιστεί από τους παίκτες των ριάλιτι, στους κριτές, όπου αυτοί υπάρχουν, βάσει κόνσεπτ ριάλιτι. Δε θα αναφερθώ σε κάποιον συγκεκριμένα γιατί δεν είναι αυτό το θέμα μου. Εξάλλου, οι κατά καιρού Έλληνες κριτές των φορμάτ ριάλιτι που ερχόταν από το εξωτερικό (η συντριπτική πλειοψηφία δηλαδή) αποτελούσαν κακέκτυπα των αλλοδαπών ομολόγων τους.
Εντάξει θα το αναλύσω λίγο παραπάνω γιατί πραγματικά μου τη δίνει αυτό το φαινόμενο της μεγαλομανίας, ορισμένων μικροπρεπών όπως αποδεικνύονται από τη συμπεριφορά τους. Είναι παραδείγματος χάρη ένα ριάλιτι που διαλέγει υποψηφίους για έναν κλάδο της βιομηχανίας της ψυχαγωγίας. Ο ξένος κριτής είναι κάποιος μεγάλος αστέρας στο χώρο του παγκόσμια και φέρεται αυστηρά αλλά δίκαια χωρίς να προσβάλει τους διαγωνιζόμενους. Τους συμβουλεύει, τους κάνει στοιχειοθετημένες παρατηρήσεις, τους καθοδηγεί.
Στην ελληνική εκδοχή, εμφανίζεται κάποιος τύπος που πολλές φορές δεν τον ξέρει σχεδόν κανείς ή έστω έχει κάποια πρόσκαιρη επιτυχία και βγάζει χολή και σνομπισμό. Μπορεί να είναι ατάλαντος, αλλά τι να κάνουμε μωρέ αυτόν μπορούσε να βρει η ελληνική εταιρεία παραγωγής. Ίσως δεν είναι ζήτημα χρημάτων συχνά, αλλά απλά οργάνωσης ή μέσου. Τώρα αποφασίσαμε να το κάνουμε το σόου, όποιος μας πει πρώτα ναι ότι έρχεται τον κλείνουμε για το σόου. Ή ο δικός μας που έχει μάνατζερ τον γνωστό μαϊντανό που βγαίνει στην τηλεόραση συχνά, για άσχετους λόγους. Άρπα κόλλα.
Έχουμε άραγε δικαίωμα να ασκούμε στο τηλεοπτικό προϊόν που μας σερβίρεται τελευταία, αυστηρή κριτική; Θέλω να πω, συχνά δεν ακούμε την ατάκα, ότι ένας λαός έχει τους πολιτικούς ηγέτες που του αξίζει; Άρα γιατί εκνευρίζονται κάποιοι από εμάς με τον σνομπισμό και την απίστευτη αγένεια έως και απολίτιστη συμπεριφορά των κριτών σε ριαλιτοπαίχνιδα;
Πρώτον, ότι παραγγέλνεις σου φέρνουν. Εμείς δεν θέλουμε να δούμε το ξεκατίνιασμα; Το επεισόδιο ανάμεσα σε κάποιον κριτή και κάποιον διαγωνιζόμενο, που δε θα αντέξει τις προσβολές σιωπηλά; Που θα ανταποδώσει στα ίσια τα κοσμητικά επίθετα και τους χαρακτηρισμούς από ανθρωπάκια με σύνδρομο θεϊσμού; Ή ακόμη και χωρίς την αντίδραση, δεν κρυφογελάμε με την χολή που βγάζουν διάφοροι τύποι, πάνω σε άσημους και ανυπεράσπιστους στα μάτια μας, συνανθρώπους μας;
Δεύτερον, ότι πληρώνεις παίρνεις. Αυτή είναι η Ελλάδα, αυτά τα φρούτα, ε συγγνώμη τους επαγγελματίες - διάσημους βγάζει. Μικρή λίμνη, μικρά ψάρια. Μαρίδα. Και ας συμπεριφέρονται ως καρχαρίες. Τα είπαμε παραπάνω, κακέκτυπα των αντίστοιχων κριτών των σόου του εξωτερικού. Στην καλύτερη, κακέκτυπα.
Τρίτον, ας κοιταχτούμε λίγο στον καθρέφτη. Εμείς είμαστε καλύτεροι στην κοινωνική μας ζωή; Δεν προσβάλλουμε κόσμο είτε δια ζώσης, είτε μέσω του διαδικτύου; Παντογνώστες, δικτυωμένοι που έχουμε κάποιον από μέσα (όπως σατίριζε γνωστή διαφήμιση) που ξέρει τα πράγματα. Φτάνει να διαβάσει κανείς τα σχόλια σε ένα δημοσίευμα για ένα φλέγον κοινωνικό θέμα. Ας δούμε πχ πως συμπεριφερόμαστε στο δρόμο. Λίγο να ξεχαστεί κάποιος στο φανάρι, ο χαμός. Παρατεταμένα κορναρίσματα, μούντζες, βρισιές επειδή δεν έφυγε αμέσως ο άλλος μόλις άνοιξε το φανάρι, λες και είναι ο Χάμιλτον.
Μήπως έχουμε την τηλεόραση, που μας αξίζει σαν τηλεθεατές; Όσοι από μας βλέπουμε τέλος πάντων. Όταν κορνάρεις συνέχεια στο δρόμο, να είσαι έτοιμος να τα ακούσεις και εσύ. Περίεργο πάντως, όλοι αυτοί που κορνάρουν αμέσως μόλις ανοίγει το φανάρι, συνήθως μένουν πίσω. Αφού δεν βιάζονται λοιπόν γιατί κορνάρουν; Μάλλον για τον σαματά.
Για να βρείτε τον Σπύρο Τσιώτση στο facebook, πατήστε εδώ.