ΚΑΘΕ ΠΕΜΠΤΗ Ο ΑΝΔΡΑΣ ΜΕ ΜΕ ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΣΕ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ
Από τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Περίληψη προηγουμένου: Ο Άνδρας με τα Μαύρα βρίσκεται διακοπές στις Σπέτσες με τους δυο αγαπημένους του φίλους, Μιχάλη και Σταμάτη. Μετά όμως από ένα ακόμα αποτυχημένο καμάκι του τα πράγματα παίρνουν περίεργη τροπή…
To κλίμα είχε βαρύνει επικίνδυνα. Ο Άνδρας με τα Μαύρα δεν ανεχόταν μύγα στο σπαθί του για το καμάκι του. Το θεωρούσε οικογένεια του. Όποιος το κορόιδευε, θα είχε να δεχτεί τα πυρά του. Ακόμα και αν αυτοί ήταν οι καλύτεροι του φίλοι.
Ο Μιχάλης όμως δεν ήταν από αυτούς που μάσαγαν, πόσο μάλλον τώρα που δεν είχε πρόθεση να τον θίξει. Βγήκε από το μαγαζί για λίγο, προκειμένου να περιορίσει το υπό κλιμάκωση φούντωμα του. Όταν επέστρεψε όμως, δεν ένιωσε ούτε στο ελάχιστο καλύτερα.
Ο Σταμάτης ανέλαβε το ρόλο του ειρηνοποιού. Αν και ήξερε κατά βάθος ποιος φταίει, η καλή του καρδιά ήταν αυτή που τον οδηγούσε μερικές φορές σε Σολομώντειες λύσεις. Η δική του παρέμβαση φάνηκε αρχικά πως είχε ηρεμήσει την κατάσταση. Μέχρι που ο Άνδρας με τα Μαύρα άνοιξε μια σκοτεινή τρύπα από το παρελθόν… Θυμήθηκε τον πρώτο καιρό της γνωριμίας του με το Μιχάλη, ο οποίος με τον τότε κολλητό του, τον Νίκο το Χάρακα, τον πείραζαν για τις μανιώδεις κρούσεις του. Ο Μιχάλης έγινε έξαλλος με τη μνησικακία του φίλου του. Ένιωσε αηδιασμένος.
Ο Άνδρας με τα Μαύρα ήταν έξυπνος και διαισθητικός. Κατάλαβε ότι η παρουσία του εκεί δε θα έβγαινε σε καλό. Περπάτησε μέχρι το άλλο λιμάνι και άραξε στην προβλήτα. Οι σκέψεις όμως δεν τον άφηναν ούτε στιγμή να ηρεμήσει.
«Πως είναι δυνατόν σ΄αυτό τον πλανήτη των τόσων εκατομυρίων ανθρώπων να μην τον καταλαβαίνει κανένας;» ήταν η σκέψη που τριβέλιζε το μυαλό του.
Aφού περιπλανήθηκε για περισσότερο από μισή ώρα στα πέριξ του λιμανιού, αποφάσισε να κατευθυνθεί στο πιο κοντινό «ζωηρό» μπαρ που θα συναντούσε. Το αργόμπιτο κύμα που διαπέρασε τα αυτιά του μόλις πλησίασε το πρώτο μαγαζί, τον έκανε να ξεπεράσει τις τελευταίες αμφιβολίες για το αν η βραδιά έπρεπε να συνεχιστεί. Παρήγγειλε το γνωστό του ποτό, Spicy Sandstorm. Μετά τις πρώτες γουλιές, ένιωσε για πρώτη φορά μετά από ώρα, να κυριαρχείται από νηφαλιότητα. Μια επίσκεψη στον καθρέφτη της τουαλέτας, θα του έδινε το σήμα για την επόμενη και τελευταία αποψινή κρούση. Η καλή βραδιά όμως από την αρχή της φαίνεται. Την ώρα που πλησίαζε την πόρτα, αντίκρισε μπροστά του το πρόσωπο της κοπέλας που είχε λογοφέρει στο προηγούμενο μπαρ. Εκείνη, νομίζοντας ότι την παρακολουθεί, τον κλώτσησε ασυναίσθητα στο πόδι. Ο Άνδρας με τα Μαύρα αντέδρασε ψύχραιμα και λογικά αυτή τη φορά.
-« Πήγαινε σε κανά γιατρό να σε κοιτάξει. Περαστικά!» της είπε με σχετικά ήρεμη φωνή.
Η διάθεση φυσικά να συνεχίσει τη βραδιά του είχε εξαφανιστεί ολοκληρωτικά. Αναθεμάτισε για μια ακόμα φορά την τύχη του, που η αλήθεια είναι ότι αυτή τη φορά του είχε παίξει άσχημο παιχνίδι.
Τον Μιχάλη δεν το ξαναείδε ποτέ. Το φινάλε γράφτηκε και τυπικά όταν παρέλαβε ταχυδρομικώς την ταινία που του είχε δανείσει, «Ιnglorious Βastards», Αδοξοι Μπάσταρδοι. Άδοξα όλα όπως και το τέλος της φιλίας μαζί του…
Για να βρείτε τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο στο facebook, πατήστε εδώ.