Από τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Από μικρός δεν κοιμάμαι ποτέ μεσημέρι. Ήμουν μάλιστα από αυτά τα παιδιά που όταν ο Μορφέας τα τραβούσε στον κόσμο του για λίγα μεσημεριανά λεπτά, έκαναν τα πάντα για να το αρνηθούν. Τις προάλλες όμως μοιραία έπρεπε να κοιμηθώ. Και να που η μοίρα μου επιφύλασσε ένα όνειρο, ένα αστέρι...
Στη μία ώρα που κοιμήθηκα είδα το αστέρι που περίμενα. Oλοζώντανο και φωτεινότερο από ποτέ. Δε θυμόμουν πια το όνομα της. Θυμόμουν μόνο ότι αποτελείτο από 4 ή 5 γράμματα. Μου ζήτησε να της αφιερώσω το αποψινό βράδυ. Σαν να ήταν το τελευταίο.
Το πρόσωπο της δεν είχε αλλάξει καθόλου. Το κοριτσίστικο χαμόγελο της ήταν λες και δεν είχε περάσει ούτε μία μέρα από την τελευταία φορά. Ο γυμνός της λαιμός, η μόνη με διαφορά με παλιά, με οδηγούσε ασυνείδητα στην αμαρτία. Τίποτα πιο αισθησιακό από έναν ωραίο γυναικείο γυμνό λαιμό. Μου ζήτησε να πάμε όπου θέλω, αρκεί να μην υπάρχουν τρίτοι. Πίστευε και αυτή ότι η παρουσία πολλών, τελειώνει πιο γρήγορα τις στιγμές. Δε θα μπορούσα να πάω κόντρα στην επιθυμία της. Αλλωστε πιθανότατα να ήταν το τελευταίο μου βράδυ μαζί της...
Φτάσαμε μέχρι το Σούνιο, αφού ήθελα να μην έχει πολλά φώτα για να απολαμβάνω περισσότερο τη λάμψη της. Ξαπλώσαμε στην άμμο, κοιτώντας τον ουρανό. Αισθανόμουν τυχερός που το αστέρι που θαύμαζα τόσο καιρό, είχε αποφασίσει να περάσει μαζί μου αυτό το βράδυ. Όταν μου αποκάλυψε ότι τόσα χρόνια δεν έχει γνωρίσει κάποιον σαν εμένα, φούσκωσα από καμάρι. Λίγο πριν σταματήσει να μου πλέκει το εγκώμιο, με πήρε από το χέρι να φτάσουμε ως τη θάλασσα. Κρύωνα, αλλά ντρεπόμουν να της πω ότι δε θέλω να βουτήξω. Δεν υπήρχε περίπτωση φυσικά να της χαλάσω το χατίρι. Είχε κάνει τόσο δρόμο για να με επισκεφτεί...Ήξερα ότι κάποιο λόγο θα είχε για να μου προτείνει να βουτήξουμε στα κρυά νερά. Χωρίς να μου το πει, κατάλαβα ότι στα κρύα νερά, οι καρδιές έχουν μεγαλύτερη ανάγκη να ζεσταθούν. Το καταφέραμε εύκολα. Μόλις άρχιζε να τουρτουρίζει, την πήρα αγκαλιά και την έβγαλα στην ακτή. Τη σκέπασα με μια πετσέτα, τη φίλησα και προσπάθησα να τη ζεστάνω με κάθε τρόπο. Ήταν ευδιάκριτο ότι ήθελε τα πάντα από μένα και ότι θα έκανα τα πάντα για εκείνη. Αφού κατάφερα να τη ζεστάνω, μου ζήτησε να χορέψουμε. Αν και δεν ξέρω να χορεύω, δεν αντιστάθηκα. Ακούμπησα πάνω της και αφέθηκα στην λάμψη της. Χορεύαμε για ώρες μέχρι που τα πόδια της δεν την κρατούσαν άλλο. Ξαπλώσαμε μεμιάς. Ήμασταν τόσο κουρασμένοι, μα τόσο γεμάτοι..
Η παράσταση κράτησε μέχρι να χτυπήσει το ξυπνητήρι. Αυτή η μεσημεριανή νύχτα όμως θα κρατούσε πολύ περισσότερο. Ποιος σου είπε ότι τα αστέρια λάμπουν δια της απουσίας τους και τι σημασία έχει αν δεν ξέρεις να χορεύεις;
Για να βρείτε τον Αλέξανδρο Κοντόπουλο στο facebook, πατήστε εδώ.